- ὑομουσία
- ὑομουσίᾱ , ὑομουσίαswine's musicfem nom/voc/acc dualὑομουσίᾱ , ὑομουσίαswine's musicfem nom/voc sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
υομουσία — ἡ, Α απαιδευσία στα σχετικά με τη μουσική. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὗς, ὑός «χοίρος» + μουσία (< μουσος < μοῦσα), πρβλ. φιλο μουσία] … Dictionary of Greek
ὑομουσίας — ὑομουσίᾱς , ὑομουσία swine s music fem acc pl ὑομουσίᾱς , ὑομουσία swine s music fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)